Σε µια χώρα µε ανίσχυρη δηµόσια διοίκηση, όπως είναι η Ελλάδα, το βάρος των επιλογών, ειδικά όταν αυτές αφορούν σύνθετα επιµέρους ζητήµατα, πέφτει αναγκαστικά στους «παρεπιδηµούντες», οι οποίοι εκ της φύσεως του ρόλου τους, πολλές φορές έχουν και γνώση και άποψη.
Παίρνοντας αφορµή από τον τρόπο µε τον οποίο οι ιθύνοντες προσεγγίζουν αυτές τις µέρες κάποιες από τις πτυχές της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και ειδικότερα ένα σηµείο που έχει να κάνει µε το λεγόµενο «πρασίνισµα», γίνεται εύκολα κατανοητό ότι η λύση που δείχνει να προωθείται δεν ανταποκρίνεται στο πνεύµα της νέας ΚΑΠ, µοιάζει να κρύβει πολλές σκοπιµότητες και µάλλον εκπορεύεται από συνήθεις υποβολείς των υπηρεσιακών παραγόντων και κατ’ επέκταση της πολιτικής ηγεσίας.
Ο λόγος για την υπό επεξεργασία ρύθµιση που θέλει όλους τους αγρότες να είναι δικαιούχοι ενισχύσεων που αντιστοιχούν στο λεγόµενο πρασίνισµα, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχουν πιστοποιηθεί 6 µήνες νωρίτερα από πιστοποιητικό φορέα ως προς την τήρηση των κανόνων βιολογικής παραγωγής.
Τι σηµαίνει αυτό; Ότι οι αγρότες (γεωργοί και κτηνοτρόφοι) εξωθούνται από την ίδια την Πολιτεία, να βρουν έναν πιστοποιητικό φορέα που θα τους δώσει ένα χαρτί, το οποίο θα λέει απλά ότι εντάχθηκαν στο µεταβατικό καθεστώς των βιολογικών και µ’ αυτό το χαρτί, θα µπορούν να εισπράττουν την άµεση ενίσχυση που συνδέεται µε το λεγόµενο πρασίνισµα. Θα µπορούσε να το πει κανείς, ελληνική πατέντα. Μια πατέντα η οποία, υποχρεώνει επί της ουσίας τους παραγωγούς, πρώτα απ’ όλα να µοιράζονται την ενίσχυση που αντιστοιχεί στο πρασίνισµα και την οποία µέχρι τον περασµένο χρόνο εισέπρατταν στο ακέραιο και χωρίς πολλά – πολλά, µε τους διεκπεραιωτές τους ΟΣ∆Ε, µε τους µελετητές και µε κάποιους, όχι και τους καλύτερους στον κόσµο, φορείς πιστοποίησης.
Αυτό είναι το ένα πρόβληµα. Γιατί το άλλο είναι ακόµα µεγαλύτερο και έχει να κάνει µε την τέλεια αποσάθρωση του καθεστώτος των βιολογικών. Γιατί, τι άλλο µπορεί να σκεφθεί κανείς, όταν όλοι οι κτηνοτρόφοι της χώρας, θα αναγορεύονται όχι απλά θιασώτες αλλά εφαρµοστές των βιολογικών µεθόδων παραγωγής; Πώς θα ξεχωρίζουν οι κατά δήλωση, από εκείνους που ασπάζονται πραγµατικά την οδό της βιολογικής παραγωγής και οι οποίοι φυσικά διεκδικούν το κάτι παραπάνω γι’ αυτό που µε συνέπεια κάνουν; Και ακόµα, πώς θα ξεχωρίσουν οι αξιόπιστοι πιστοποιητικοί οργανισµοί από τους αναξιόπιστους που µοιράζουν αφειδώς βεβαιώσεις, µε το αζηµίωτο εννοείται;Καλές οι «ελληνικές πατέντες» και η «οριζόντια» µοιρασιά των κοινοτικών ενισχύσεων, όµως το θέµα µας είναι η πραγµατική µε κανόνες ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής και όχι η ισοπέδωση και περαιτέρω υπονόµευση της ταυτότητας της εγχώριας αγροτικής παραγωγής.

